Γιατί η Ελλάδα του 2014 είναι πιο φτωχή, και
απείρως πιο δυστυχισμένη, από την Ελλάδα του 2001;
Το 2013 το ΑΕΠ της Ελλάδας, μετρούμενο σε
σταθερές τιμές του 2005, ήταν περίπου 160 δισεκατομμύρια ευρώ. Δηλαδή κατά τι
λιγότερο από το ΑΕΠ του 2001 το οποίο, πάλι σε σταθερές τιμές του 2005, έχει
μετρηθεί στα 165 δισεκατομμύρια ευρώ. Με άλλα λόγια σήμερα η Ελλάδα είναι, σε
πραγματικούς όρους, φτωχότερη, σε σχέση με 13 έτη νωρίτερα, παρά το γεγονός ότι
τα 8 τουλάχιστον από αυτά έχουν καταγραφεί ως έτη «ανάπτυξης» και μάλιστα
υψηλής!
Αυτό το προφανές παράδοξο οδηγεί, αναπότρεπτα, στο ερώτημα πως είναι δυνατόν με το ίδιο επίπεδο πραγματικού εισοδήματος να παρατηρείται τόσο μεγάλη διαφορά στην απασχόληση. Διαφορά που αντιστοιχεί σε ένα περίπου εκατομμύριο ανθρώπων οι οποίοι θέλουν να εργασθούν, αλλά δεν μπορούν.
Το 2001, με ΑΕΠ 165 δισεκατομμυρίων ευρώ (σε
σταθερές τιμές του 2005 πάντοτε), η συνολική τελική κατανάλωση του ιδιωτικού
και του δημόσιου τομέα μαζί, έφθανε στα 146 δισεκατομμύρια ευρώ, αντιστοιχούσε
δηλαδή στο 88% της «ενεργού ζητήσεως» ή του ΑΕΠ. Το 2013, με ΑΕΠ 160
δισεκατομμυρίων ευρώ (σε σταθερές τιμές του 2005), η συνολική τελική κατανάλωση
του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα έφθανε τα 140 δισεκατομμύρια, δηλαδή και πάλι
στο 88% της συνολικής «ενεργού ζητήσεως» και του ΑΕΠ.
Το ίδιο ουσιαστικά επίπεδο «ενεργού ζητήσεως» με την ίδια ποσοστιαία συμμετοχή της τελικής κατανάλωσης σε δύο διαφορετικές χρονικές στιγμές έχει δύο εντελώς διαφορετικά αποτελέσματα όσον αφορά την χρησιμοποίηση των παραγωγικών συντελεστών της οικονομίας.
Πώς άραγε θα μπορούσε να εξηγηθεί αυτό το παράδοξο;
Στην Ελλάδα του 2000-2009 παρουσιάστηκε το μοναδικό, ίσως, παγκοσμίως, φαινόμενο να εξειδικευτεί μία εθνική οικονομία στην κατανάλωση εισαγομένων με χρηματοδότηση από δανεικά! Και με βάση αυτό να θεωρεί ότι «αναπτύσσεται» και ότι «συγκλίνει» με τα επίπεδα εισοδήματος της ευρωζώνης!
Το ίδιο ουσιαστικά επίπεδο «ενεργού ζητήσεως» με την ίδια ποσοστιαία συμμετοχή της τελικής κατανάλωσης σε δύο διαφορετικές χρονικές στιγμές έχει δύο εντελώς διαφορετικά αποτελέσματα όσον αφορά την χρησιμοποίηση των παραγωγικών συντελεστών της οικονομίας.
Πώς άραγε θα μπορούσε να εξηγηθεί αυτό το παράδοξο;
Στην Ελλάδα του 2000-2009 παρουσιάστηκε το μοναδικό, ίσως, παγκοσμίως, φαινόμενο να εξειδικευτεί μία εθνική οικονομία στην κατανάλωση εισαγομένων με χρηματοδότηση από δανεικά! Και με βάση αυτό να θεωρεί ότι «αναπτύσσεται» και ότι «συγκλίνει» με τα επίπεδα εισοδήματος της ευρωζώνης!
Η «ανάπτυξη» που παρατηρήθηκε στην περίοδο
2000-2009 στην Ελλάδα στηριγμένη στην «επεκτατική δημοσιονομική πολιτική» ήταν
απλώς μία οφθαλμαπάτη, μία ψευδαίσθηση στην οποία όμως πολλοί συνεχίζουν να
ζουν ακόμη και σήμερα. Στην πραγματικότητα όχι μόνο δεν υπήρξε ανάπτυξη αλλά
εκείνο που υπήρξε ήταν καταστροφή κοινωνικού πλούτου και παραγωγικού
δυναμικού.
Επίσης το 2001 η Ελλάδα είχε μόνο 8,5€ δισ.
ετήσια μισθοδοσία δημοσίων υπαλλήλων αντί 17€ δισ. το 2014. Επίσης είχε και
κατά 1.000.000 λιγότερους συνταξιούχους, ενώ η συνεισφορά του κράτους στις
συντάξεις το 2014 ήταν αυξημένη κατά 10€ δισ. σε σχέση με το 2001.
Η Ανεργία είναι το αποτέλεσμα της
υπερφορολόγησης που αφαιρεί πόρους από επιχειρήσεις που προηγουμένως τους
χρησιμοποιούσαν για να πληρώνουν υπαλλήλους, και από τους ιδιώτες που πριν τους
έκαναν κατανάλωση και τζίρο στις επιχειρήσεις. Λόγω της υπερφορολόγησης ο
κόσμος δεν έχει για να ξοδεύει πια στην πραγματική οικονομία γιατί τα δίνει σε
φόρους κατανάλωσης, σε ΕΝΦΙΑ, σε ΦΠΑ και σε φόρο εισοδήματος από το πρώτο ευρώ.
Αυτή υπερφορολόγηση γίνεται για να πληρωθούν αυτά τα αυξημένα κατά 18-20 δις έξοδα του κράτους για μισθούς δημοσίων υπαλλήλων και συμμετοχή του κράτους σε συντάξεις 50άρηδων, σε σύγκριση με το 2001 που είχαμε αντίστοιχο ΑΕΠ.
Αυτή υπερφορολόγηση γίνεται για να πληρωθούν αυτά τα αυξημένα κατά 18-20 δις έξοδα του κράτους για μισθούς δημοσίων υπαλλήλων και συμμετοχή του κράτους σε συντάξεις 50άρηδων, σε σύγκριση με το 2001 που είχαμε αντίστοιχο ΑΕΠ.
Αν προσθέσουμε το γεγονός πως χρόνια των
Μνημονίων και της κρίσης επίσης, η Κρατική Εταιρία Ηλεκτροδότησης αύξησε τα
τιμολόγιά της στο 230% των τιμών του 2009, ή 500% από το 2001, ενώ η φορολόγηση
της βενζίνης και πετρελαίου αυξήθηκε 300%, και σωρεία πραγμάτων όπως η
φαρμακευτική δαπάνη αυξήθηκε από τα 800€ εκατομμύρια του 2001 στα 2,5€ δις του
2014, αρχίζουμε και αντιλαμβανόμαστε πως το πραγματικό πρόβλημα είναι πως το κράτος
στραγγαλίζει την παραγωγική οικονομία
Η σοβιετική-Ελλάδα του 2015 που
αυτοχαρακτηρίζεται Νεοφιλελεύθερη!
Πηγή:www.capital.gr
Άρθρα των
…
Δημήτρη Α. Ιωάννου και Χρήστου Α. Ιωάννου
Άγη
Βερούτη